Μαρτυρίες ανηλίκων σχετικά με την κράτησή τους στη χώρα μας δίνει στη
δημοσιότητα το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), το οποίο συμμετέχει
στην Παγκόσμια εκστρατεία κατά της κράτησης ανηλίκων «Κανένα Παιδί Πίσω από τα
Κάγκελα - End Immigration Detention of Children», που συντονίζει η αυστραλιανή
International Detention Coalition, και η οποία τον Ιούνιο εστίασε στην
Ελλάδα.
Υποστηρίζοντας την παγκόσμια εκστρατεία, το ΕΣΠ δηλώνει ότι είναι απαραίτητη
η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου για τον τερματισμό της κράτησης των παιδιών
για παραβιάσεις της μεταναστευτικής νομοθεσίας, το οποίο θα στοχεύει στην
προάσπιση των δικαιωμάτων και της ασφάλειάς τους. «Η κράτηση παιδιών, που ούτως
ή άλλως αποτελούν μία ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα, συνιστά απόλυτη αποτυχία της
υποχρέωσης στο σεβασμό, προστασία και φροντίδα των δικαιωμάτων των παιδιών και
δεν μπορεί ουδέποτε να θεωρηθεί ότι είναι προς το συμφέρον τους. Οι
καταστροφικές συνέπειες της κράτησης στην ψυχική και σωματική υγεία των παιδιών,
έχουν τεκμηριωθεί πέρα από κάθε αμφισβήτηση», τονίζει η
οργάνωση.
«Στην Ελλάδα έφτασα πριν ένα χρόνο και 10 μήνες μαζί με τους γονείς μου και τα 3 αδέλφια μου. Διασχίζοντας την θάλασσα φτάσαμε μάλλον στη Μυτιλήνη, δεν θυμάμαι καλά το όνομα. Εκεί μας κράτησαν μια εβδομάδα στη φυλακή, όπου οι συνθήκες ήταν πάρα πολύ άσχημες. Το μέρος ήταν πάρα πολύ βρώμικο και τα κρεβάτια μας ήταν χωριστά από τους γονείς μας. Τους βλέπαμε μόνο μια φορά την ημέρα που μας έβγαζαν στο προαύλιο για να κάνουμε βόλτα γύρω στις 10 το πρωί. Στη μία μας έδιναν φαγητό. Προσπαθήσαμε να φύγουμε από την Ελλάδα αλλά τα κατάφεραν μόνο οι γονείς μου και η αδελφή μου. Από τότε δεν τους έχω ξαναδεί ή ακούσει. Τώρα φροντίζω μόνος μου τον αδελφό μου που είναι 14 ετών. Εκείνος έχει «ροζ κάρτα», εμένα δεν μου δίνουν γιατί δεν έχω διαβατήριο. Τώρα φοβάμαι να κυκλοφορώ έξω γιατί μπορεί να με πιάσει η αστυνομία. Βγαίνω μόνο μια φορά την εβδομάδα για να ρωτήσω τον Ερυθρό Σταυρό μήπως έχει νεότερα για τους γονείς μου».
Ο Ν. είναι 17 ετών και 8 μηνών, όταν πήγε στο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες το αίτημά του ήταν να λάβει νομική βοήθεια για να γίνει δεκτό το αίτημα ασύλου του ίδιου και του αδελφού του από την Αστυνομία. Είχε ακούσει από συμπατριώτες του, αλλά το διαπίστωσε και ο ίδιος, ότι χωρίς παρέμβαση κάποιας μη κυβερνητικής οργάνωσης δεν θα τα κατάφερνε. Κατόπιν παρεμβάσεων μόνο ο μικρότερος αδελφός πήρε δελτίο αιτήσαντος αλλοδαπού, ενώ ο Ν. όχι. Του ζήτησαν διαβατήριο ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που να πιστοποιεί τα στοιχεία του. Κατά δήλωση των υπευθύνων, η άρνηση αυτή πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός, ότι ο Ν. μοιάζει με ενήλικα γιατί είναι ψηλός. Αυτή τη στιγμή, εκφράζει την αγωνία για την πιθανή σύλληψή του. Δεν θέλει να αφήσει τον αδελφό του μόνο του.
«Είμαι 16 ετών, στην Ελλάδα ήρθα με την οικογένειά μου. Εδώ και 5 μήνες προσπαθούμε να μπούμε στην Πέτρου Ράλλη για να ζητήσουμε άσυλο. Κατά τη διάρκεια της προσπάθειας αυτής με έπιασε η αστυνομία και με κράτησε περίπου 2 μήνες στη φυλακή. Εκεί έμενα στο ίδιο κελί μαζί με άλλες ενήλικες γυναίκες από την Αφρική. Καμία δεν ήταν στην ηλικία μου, καμία δεν μιλούσε την γλώσσα μου. Δεν με άφηναν να μιλάω πολύ στο τηλέφωνο. Σταμάτησα να τρώω. Δεν μ’ άρεσε το φαγητό εκεί και τους το έδινα».
Τα ερωτήματα που εγείρονται από τα περιστατικά αυτά είναι πολλά, τονίζει το ΕΣΠ. «Γιατί η πρόσβαση θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα διακριτικής μεταχείρισης; Γιατί η αστυνομία θέτει κριτήρια επιλεξιμότητας; Γιατί μια ΜΚΟ να αναγκάζεται να παρεμβαίνει στην διαδικασία για να καταφέρει να εξασφαλίσει το βασικό δικαίωμα ενός αιτούντα άσυλο; Γιατί να καταλήγει στο κρατητήριο ένα παιδί την ώρα που οι αρχές το εμποδίζουν να ζητήσει άσυλο; Υπάρχουν διαδικασίες πιστοποίησης της ανηλικότητας;».
Οι περιπτώσεις αυτές είναι δυο από τις εκατοντάδες περιπτώσεις ανηλίκων που αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν ζητήματα πρόσβασης. Η μη εφαρμογή του θεσμού της επιτροπείας για τους ανήλικους αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα αλλά και οι απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούν έξω από την αρμόδια αρχή υποβολής αιτήματος ασύλου (τμήμα Αλλοδαπών), είναι δυο παράγοντες που θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την ασφάλεια των ανηλίκων. Συγκεκριμένα, κάθε ανήλικος είναι υποχρεωμένος να φτάσει ξημερώματα Σαββάτου στο Αλλοδαπών, να στοιβαχθεί σε πλήθος αιτούντων, για να προσπαθήσει να είναι αυτός ανάμεσα στους 10 με 20 ανθρώπους που καταφέρνουν να υποβάλλουν αίτημα ασύλου εβδομαδιαίως. Μια διαδικασία που μπορεί να επαναλαμβάνεται για εβδομάδες.
Αδιαμφισβήτητος κίνδυνος τέτοιων πρακτικών είναι οι αυξημένες πιθανότητες σύλληψης, κράτησης αλλά και απέλασης ανηλίκων αλλοδαπών. Επίσης, ο αποκλεισμός τους από τη διαδικασία μπορεί να συνεπάγεται και τον αποκλεισμό τους από βασικά κοινωνικά δικαιώματα, όπως η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την υγεία. Μόλις πολύ πρόσφατα, κατόπιν συνεχών οχλήσεων του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες αλλά και άλλων οργανώσεων, προς το Υπουργείο Υγείας και τον Συνήγορο του Πολίτη, επιτεύχθηκε η επίσημη κατοχύρωση (Εγκύκλιος 2, 02/05/2012) και διασφάλιση της απρόσκοπτης πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας για όλους τους ανηλίκους, ασυνόδευτους ή μη για κάθε περίπτωση (έκτακτη ή μη) και ανεξάρτητα από το νομικό τους καθεστώς και γενικότερα την τυχόν έλλειψη νομιμοποιητικών εγγράφων. Παρ’ όλα αυτά το δικαίωμα αυτό παραμένει διεκδικήσιμο καθώς καθημερινά, είτε γραφειοκρατικοί λόγοι, είτε απλά η άγνοια των δημοσίων υπαλλήλων δημιουργούν προβλήματα και δυσκολεύουν την πρόσβαση των ανηλίκων στο σύστημα υγείας.
Σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τις επιπτώσεις της κράτησης των ανηλίκων ιδιαίτερα όταν αυτή δεν συνοδεύεται από οποιαδήποτε πρόβλεψη για την άμεση προστασία και παραπομπή των ανηλίκων σε ειδικές μονάδες φιλοξενίας. Με αυτόν τον τρόπο κάθε τέτοια κράτηση αποκτά «τιμωρητικό» χαρακτήρα, συνεχίζει η οργάνωση.
Η προστασία των αιτούντων άσυλο ξεκινά από την δυνατότητα να έχουν πρόσβαση στην διαδικασία ασύλου. Αν και η ελληνική νομοθεσία (ΠΔ114/2010) προβλέπει όχι μόνο την απρόσκοπτη πρόσβαση, αλλά υποχρεούται να τη διευκολύνει, στην πράξη τους παρεμποδίζει άμεσα και συστηματικά να υποβάλουν το σχετικό αίτημά τους.
Μια από τις ευάλωτες ομάδες, που πλήττονται απ’ αυτήν την παρεμπόδιση πρόσβασης στην διαδικασία ασύλου είναι οι ασυνόδευτοι ανήλικοι. Ένα πλέγμα διατάξεων από την Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989, την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 κατοχυρώνει την προστασία των ανηλίκων αιτούντων άσυλο στο Διεθνές Δίκαιο. Το ΠΔ 220/2007 μάλιστα δεν διαχωρίζει ως προς την προστασία τους αιτούντες από τους μη αιτούντες ανηλίκους.Το πρώτο παράδοξο είναι ότι παρά την υπάρχουσα νομοθεσία κρατούνται ανήλικοι γενικά.
Και το δεύτερο παράδοξο είναι ανήλικοι, που θέλουν να ζητήσουν άσυλο και άρα προστατεύονται διπλά πρώτα σαν ανήλικοι και δεύτερον ως πρόσφυγες να συλλαμβάνονται «χωρίς χαρτιά» όταν οι ίδιες οι ελληνικές αρχές τους εμπόδισαν συστηματικά να τα αποκτήσουν ενώ τα δικαιούνταν.
Οι παραβιάσεις των νόμων σ’ αυτήν την περίπτωση είναι και πολλές και αυτονόητες, τα κρατητήρια όμως είναι γεμάτα από παιδιά θύματα αυτού του διπλού παραδόξου.
«Στην Ελλάδα έφτασα πριν ένα χρόνο και 10 μήνες μαζί με τους γονείς μου και τα 3 αδέλφια μου. Διασχίζοντας την θάλασσα φτάσαμε μάλλον στη Μυτιλήνη, δεν θυμάμαι καλά το όνομα. Εκεί μας κράτησαν μια εβδομάδα στη φυλακή, όπου οι συνθήκες ήταν πάρα πολύ άσχημες. Το μέρος ήταν πάρα πολύ βρώμικο και τα κρεβάτια μας ήταν χωριστά από τους γονείς μας. Τους βλέπαμε μόνο μια φορά την ημέρα που μας έβγαζαν στο προαύλιο για να κάνουμε βόλτα γύρω στις 10 το πρωί. Στη μία μας έδιναν φαγητό. Προσπαθήσαμε να φύγουμε από την Ελλάδα αλλά τα κατάφεραν μόνο οι γονείς μου και η αδελφή μου. Από τότε δεν τους έχω ξαναδεί ή ακούσει. Τώρα φροντίζω μόνος μου τον αδελφό μου που είναι 14 ετών. Εκείνος έχει «ροζ κάρτα», εμένα δεν μου δίνουν γιατί δεν έχω διαβατήριο. Τώρα φοβάμαι να κυκλοφορώ έξω γιατί μπορεί να με πιάσει η αστυνομία. Βγαίνω μόνο μια φορά την εβδομάδα για να ρωτήσω τον Ερυθρό Σταυρό μήπως έχει νεότερα για τους γονείς μου».
Ο Ν. είναι 17 ετών και 8 μηνών, όταν πήγε στο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες το αίτημά του ήταν να λάβει νομική βοήθεια για να γίνει δεκτό το αίτημα ασύλου του ίδιου και του αδελφού του από την Αστυνομία. Είχε ακούσει από συμπατριώτες του, αλλά το διαπίστωσε και ο ίδιος, ότι χωρίς παρέμβαση κάποιας μη κυβερνητικής οργάνωσης δεν θα τα κατάφερνε. Κατόπιν παρεμβάσεων μόνο ο μικρότερος αδελφός πήρε δελτίο αιτήσαντος αλλοδαπού, ενώ ο Ν. όχι. Του ζήτησαν διαβατήριο ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που να πιστοποιεί τα στοιχεία του. Κατά δήλωση των υπευθύνων, η άρνηση αυτή πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός, ότι ο Ν. μοιάζει με ενήλικα γιατί είναι ψηλός. Αυτή τη στιγμή, εκφράζει την αγωνία για την πιθανή σύλληψή του. Δεν θέλει να αφήσει τον αδελφό του μόνο του.
«Είμαι 16 ετών, στην Ελλάδα ήρθα με την οικογένειά μου. Εδώ και 5 μήνες προσπαθούμε να μπούμε στην Πέτρου Ράλλη για να ζητήσουμε άσυλο. Κατά τη διάρκεια της προσπάθειας αυτής με έπιασε η αστυνομία και με κράτησε περίπου 2 μήνες στη φυλακή. Εκεί έμενα στο ίδιο κελί μαζί με άλλες ενήλικες γυναίκες από την Αφρική. Καμία δεν ήταν στην ηλικία μου, καμία δεν μιλούσε την γλώσσα μου. Δεν με άφηναν να μιλάω πολύ στο τηλέφωνο. Σταμάτησα να τρώω. Δεν μ’ άρεσε το φαγητό εκεί και τους το έδινα».
Τα ερωτήματα που εγείρονται από τα περιστατικά αυτά είναι πολλά, τονίζει το ΕΣΠ. «Γιατί η πρόσβαση θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα διακριτικής μεταχείρισης; Γιατί η αστυνομία θέτει κριτήρια επιλεξιμότητας; Γιατί μια ΜΚΟ να αναγκάζεται να παρεμβαίνει στην διαδικασία για να καταφέρει να εξασφαλίσει το βασικό δικαίωμα ενός αιτούντα άσυλο; Γιατί να καταλήγει στο κρατητήριο ένα παιδί την ώρα που οι αρχές το εμποδίζουν να ζητήσει άσυλο; Υπάρχουν διαδικασίες πιστοποίησης της ανηλικότητας;».
Οι περιπτώσεις αυτές είναι δυο από τις εκατοντάδες περιπτώσεις ανηλίκων που αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν ζητήματα πρόσβασης. Η μη εφαρμογή του θεσμού της επιτροπείας για τους ανήλικους αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα αλλά και οι απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούν έξω από την αρμόδια αρχή υποβολής αιτήματος ασύλου (τμήμα Αλλοδαπών), είναι δυο παράγοντες που θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την ασφάλεια των ανηλίκων. Συγκεκριμένα, κάθε ανήλικος είναι υποχρεωμένος να φτάσει ξημερώματα Σαββάτου στο Αλλοδαπών, να στοιβαχθεί σε πλήθος αιτούντων, για να προσπαθήσει να είναι αυτός ανάμεσα στους 10 με 20 ανθρώπους που καταφέρνουν να υποβάλλουν αίτημα ασύλου εβδομαδιαίως. Μια διαδικασία που μπορεί να επαναλαμβάνεται για εβδομάδες.
Αδιαμφισβήτητος κίνδυνος τέτοιων πρακτικών είναι οι αυξημένες πιθανότητες σύλληψης, κράτησης αλλά και απέλασης ανηλίκων αλλοδαπών. Επίσης, ο αποκλεισμός τους από τη διαδικασία μπορεί να συνεπάγεται και τον αποκλεισμό τους από βασικά κοινωνικά δικαιώματα, όπως η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την υγεία. Μόλις πολύ πρόσφατα, κατόπιν συνεχών οχλήσεων του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες αλλά και άλλων οργανώσεων, προς το Υπουργείο Υγείας και τον Συνήγορο του Πολίτη, επιτεύχθηκε η επίσημη κατοχύρωση (Εγκύκλιος 2, 02/05/2012) και διασφάλιση της απρόσκοπτης πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας για όλους τους ανηλίκους, ασυνόδευτους ή μη για κάθε περίπτωση (έκτακτη ή μη) και ανεξάρτητα από το νομικό τους καθεστώς και γενικότερα την τυχόν έλλειψη νομιμοποιητικών εγγράφων. Παρ’ όλα αυτά το δικαίωμα αυτό παραμένει διεκδικήσιμο καθώς καθημερινά, είτε γραφειοκρατικοί λόγοι, είτε απλά η άγνοια των δημοσίων υπαλλήλων δημιουργούν προβλήματα και δυσκολεύουν την πρόσβαση των ανηλίκων στο σύστημα υγείας.
Σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τις επιπτώσεις της κράτησης των ανηλίκων ιδιαίτερα όταν αυτή δεν συνοδεύεται από οποιαδήποτε πρόβλεψη για την άμεση προστασία και παραπομπή των ανηλίκων σε ειδικές μονάδες φιλοξενίας. Με αυτόν τον τρόπο κάθε τέτοια κράτηση αποκτά «τιμωρητικό» χαρακτήρα, συνεχίζει η οργάνωση.
Η προστασία των αιτούντων άσυλο ξεκινά από την δυνατότητα να έχουν πρόσβαση στην διαδικασία ασύλου. Αν και η ελληνική νομοθεσία (ΠΔ114/2010) προβλέπει όχι μόνο την απρόσκοπτη πρόσβαση, αλλά υποχρεούται να τη διευκολύνει, στην πράξη τους παρεμποδίζει άμεσα και συστηματικά να υποβάλουν το σχετικό αίτημά τους.
Μια από τις ευάλωτες ομάδες, που πλήττονται απ’ αυτήν την παρεμπόδιση πρόσβασης στην διαδικασία ασύλου είναι οι ασυνόδευτοι ανήλικοι. Ένα πλέγμα διατάξεων από την Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989, την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 κατοχυρώνει την προστασία των ανηλίκων αιτούντων άσυλο στο Διεθνές Δίκαιο. Το ΠΔ 220/2007 μάλιστα δεν διαχωρίζει ως προς την προστασία τους αιτούντες από τους μη αιτούντες ανηλίκους.Το πρώτο παράδοξο είναι ότι παρά την υπάρχουσα νομοθεσία κρατούνται ανήλικοι γενικά.
Και το δεύτερο παράδοξο είναι ανήλικοι, που θέλουν να ζητήσουν άσυλο και άρα προστατεύονται διπλά πρώτα σαν ανήλικοι και δεύτερον ως πρόσφυγες να συλλαμβάνονται «χωρίς χαρτιά» όταν οι ίδιες οι ελληνικές αρχές τους εμπόδισαν συστηματικά να τα αποκτήσουν ενώ τα δικαιούνταν.
Οι παραβιάσεις των νόμων σ’ αυτήν την περίπτωση είναι και πολλές και αυτονόητες, τα κρατητήρια όμως είναι γεμάτα από παιδιά θύματα αυτού του διπλού παραδόξου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου