Από in.gr
Οι βουλευτές που διαπράττουν κακούργημα, ανεξάρτητα από την ασυλία που έχουν, μπορούν να συλλαμβάνονται από την αστυνομία και να οδηγούνται στο αυτόφωρο. Τα δε αστυνομικά όργανα οφείλουν να παρεμποδίζουν τους βουλευτές (και τους απλούς πολίτες φυσικά) που βιαιοπραγούν σε βάρος πολιτών, όπως είναι οι μικροπωλητές αλλοδαποί κ.λπ., αλλά και να συλλαμβάνονται όσοι διαπράττουν το αδίκημα της αντιποίησης αρχής.
Αυτό υπογραμμίζει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ιωάννης Τέντες, σε εγκύκλιό του προς τους διευθύνοντες τις Εισαγγελίες Εφετών Αθηνών και ζητεί οι οδηγίες του να διαβιβαστούν και στις κατά τόπους Εισαγγελίες Πρωτοδικών όπως και τις αρμόδιες αστυνομικές αρχές.
Ο Ι.Τέντες εξέδωσε την εγκύκλιο λόγω της έξαρσης «του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της εισόδου και διαμονής αυτών στη χώρα, καθώς και της ασκήσεως εμπορικής δραστηριότητας ορισμένων από αυτούς, από οργανωμένες ομάδες πολιτών», στις οποίες «πολλές φορές συμμετέχουν και μέλη του Κοινοβουλίου».
Κατ' αρχάς, ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός σημειώνει ότι όσοι πραγματοποιούν ελέγχους υποδυόμενοι φορέα δημόσιας υπηρεσίας, κινδυνεύουν να τιμωρηθούν με φυλάκιση μέχρι ένα έτος ή με χρηματική ποινή για το αδίκημα τη αντιποίησης.
Ακόμη, στην εγκύκλιο αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 62 του Συντάγματος, όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται, ούτε συλλαμβάνεται, ούτε φυλακίζεται, ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται, χωρίς άδεια του Σώματος (της Βουλής).
Όμως, υπογραμμίζει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, από τις συνταγματικές αυτές επιταγές και το άρθρο 54 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, προκύπτει ότι «για τις πλημμεληματικές, έστω και αυτόφωρες, πράξεις του βουλευτή δεν επιτρέπεται η σύλληψή του, καθώς και η ποινική δίωξή του χωρίς προηγούμενη άδεια της Βουλής, ενώ επιτρέπεται, όμως, η χωρίς άδεια διενέργεια κάθε ανακριτικής πράξεως που είναι αναγκαία για τη βεβαίωση του εγκλήματος εκτός αυτών που θίγουν το πρόσωπο του βουλευτή (π.χ. δεν επιτρέπεται κλήση του για παροχή εξηγήσεων ή απολογία)».
Αντίθετα, επιτρέπεται «η φυσική παρεμπόδιση του επιτιθέμενου βουλευτή με τα συνήθη αποτρεπτικά μέσα, που εφαρμόζονται στους παρανομούντες κοινούς πολίτες, εκ μέρους των οργάνων της πολιτείας, τα οποία έχουν την ευθύνη για την αποτροπή της διαταράξεως της δημόσιας τάξης και την πρόληψη των εγκλημάτων (Αστυνομία κ.λπ.)».
Κατόπιν αυτών, σύμφωνα με την εγκύκλιο του κ. Τέντε, οφείλουν να συλλαμβάνονται από τους αστυνομικούς και να οδηγούνται στις εισαγγελικές αρχές όσοι διαπράττουν το αδίκημα της αντιποίησης αρχής και πραγματοποιούν ελέγχους. Εάν μάλιστα συμμετέχουν και βουλευτές να συλλαμβάνονται και να οδηγούνται στο αυτόφωρο, εφόσον έχουν διαπράξει κακούργημα.
Εάν οι βουλευτές διαπράττουν πλημμέλημα, τότε οι εισαγγελικές αρχές οφείλουν να ενεργούν οποιαδήποτε ανακριτική πράξη προβλέπεται και είναι αναγκαία, εκτός των ανακριτικών πράξεων, «που θίγουν το πρόσωπο των βουλευτών». Εάν τα αδικήματα αυτά διαπράττονται από πολίτες Έλληνες και αλλοδαπούς, πρέπει αμέσως να συλλαμβάνονται και να οδηγούνται στο αυτόφωρο, καταλήγει ο κ. Τέντες.
Αυτό υπογραμμίζει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ιωάννης Τέντες, σε εγκύκλιό του προς τους διευθύνοντες τις Εισαγγελίες Εφετών Αθηνών και ζητεί οι οδηγίες του να διαβιβαστούν και στις κατά τόπους Εισαγγελίες Πρωτοδικών όπως και τις αρμόδιες αστυνομικές αρχές.
Ο Ι.Τέντες εξέδωσε την εγκύκλιο λόγω της έξαρσης «του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της εισόδου και διαμονής αυτών στη χώρα, καθώς και της ασκήσεως εμπορικής δραστηριότητας ορισμένων από αυτούς, από οργανωμένες ομάδες πολιτών», στις οποίες «πολλές φορές συμμετέχουν και μέλη του Κοινοβουλίου».
Κατ' αρχάς, ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός σημειώνει ότι όσοι πραγματοποιούν ελέγχους υποδυόμενοι φορέα δημόσιας υπηρεσίας, κινδυνεύουν να τιμωρηθούν με φυλάκιση μέχρι ένα έτος ή με χρηματική ποινή για το αδίκημα τη αντιποίησης.
Ακόμη, στην εγκύκλιο αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 62 του Συντάγματος, όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται, ούτε συλλαμβάνεται, ούτε φυλακίζεται, ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται, χωρίς άδεια του Σώματος (της Βουλής).
Όμως, υπογραμμίζει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, από τις συνταγματικές αυτές επιταγές και το άρθρο 54 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, προκύπτει ότι «για τις πλημμεληματικές, έστω και αυτόφωρες, πράξεις του βουλευτή δεν επιτρέπεται η σύλληψή του, καθώς και η ποινική δίωξή του χωρίς προηγούμενη άδεια της Βουλής, ενώ επιτρέπεται, όμως, η χωρίς άδεια διενέργεια κάθε ανακριτικής πράξεως που είναι αναγκαία για τη βεβαίωση του εγκλήματος εκτός αυτών που θίγουν το πρόσωπο του βουλευτή (π.χ. δεν επιτρέπεται κλήση του για παροχή εξηγήσεων ή απολογία)».
Αντίθετα, επιτρέπεται «η φυσική παρεμπόδιση του επιτιθέμενου βουλευτή με τα συνήθη αποτρεπτικά μέσα, που εφαρμόζονται στους παρανομούντες κοινούς πολίτες, εκ μέρους των οργάνων της πολιτείας, τα οποία έχουν την ευθύνη για την αποτροπή της διαταράξεως της δημόσιας τάξης και την πρόληψη των εγκλημάτων (Αστυνομία κ.λπ.)».
Κατόπιν αυτών, σύμφωνα με την εγκύκλιο του κ. Τέντε, οφείλουν να συλλαμβάνονται από τους αστυνομικούς και να οδηγούνται στις εισαγγελικές αρχές όσοι διαπράττουν το αδίκημα της αντιποίησης αρχής και πραγματοποιούν ελέγχους. Εάν μάλιστα συμμετέχουν και βουλευτές να συλλαμβάνονται και να οδηγούνται στο αυτόφωρο, εφόσον έχουν διαπράξει κακούργημα.
Εάν οι βουλευτές διαπράττουν πλημμέλημα, τότε οι εισαγγελικές αρχές οφείλουν να ενεργούν οποιαδήποτε ανακριτική πράξη προβλέπεται και είναι αναγκαία, εκτός των ανακριτικών πράξεων, «που θίγουν το πρόσωπο των βουλευτών». Εάν τα αδικήματα αυτά διαπράττονται από πολίτες Έλληνες και αλλοδαπούς, πρέπει αμέσως να συλλαμβάνονται και να οδηγούνται στο αυτόφωρο, καταλήγει ο κ. Τέντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου