Με σύμβολο τη χελώνα (που κουβαλά στους ώμους της το σπίτι της, ζωτικό για την επιβίωσή της), οι νέοι μελανοχίτωνες της Κάζα Πάουντ με τα μαύρα σακάκια, τα οποία εναλλάσσουν με κουκούλες όταν επιτίθενται κατά μεταναστών, καταλαμβάνουν εγκαταλειμμένα κτήρια και τα μεταμορφώνουν σε «κοινωνικά κέντρα», όπου φιλοξενούν άπορες οικογένειες και προπαγανδίζουν τη μισαλλόδοξη ιδεολογία τους.
Της Χριστίνας Πάντζου από το «Ε» της Ελευθεροτυπίας.
Καταθέτουν προτάσεις νόμων, από την προστασία της μητρότητας ώς τη θέσπιση «Αμοιβαίων Στέγης», για να αποκτήσουν όλοι σπίτι χωρίς να καταφεύγουν στις «ληστρικές» τράπεζες. Και οργανώνουν ομιλίες για τα πυρηνικά του Ιράν και τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου με την ίδια ευκολία με την οποία μιλούν για τα 40 χρόνια από το θάνατο του Τσε και τα 42 του Κέρουακ. Εμπνευσμένο από «το σοσιαλισμό του Μουσολίνι» και με αδιαμφισβήτητο ηγέτη τον 35χρονο Τζιανλούκα Ιανόνε, που διεκδικεί το μονοπώλιο της «αυθεντικής αναβίωσης της φασιστικής παράδοσης», το κίνημα της Κάζα Πάουντ απλώνεται σε λύκεια και πανεπιστήμια της χώρας, όπου το νεοφασιστικό Φοιτητικό Μπλόκο δίνει αιματηρές οδομαχίες κατά των αριστερών και των αντιφασιστών φοιτητών. Ο Ιανόνε (βιβλιοπώλης, τραγουδιστής του γκρουπ Zetazeroalfa, ιδιοκτήτης της δισκογραφικής RTP που προάγει «εθνικιστικά» γκρουπ, συγγραφέας, διευθυντής του περιοδικού «Occidentale» και του Radio Bandera Nera και εμπνευστής των «μαύρων καταλήψεων») παρουσιάζει την Κάζα Πάουντ ως «ένα εργοστάσιο ιδεών, μία αποθήκη ονείρων ασυμβίβαστων γυναικών και αντρών», τον Χίτλερ ως επαναστάτη, τον Μπερλουσκόνι ως «συμπαθή», και αποφεύγει να μιλά για το κύριο χαρακτηριστικό της οργάνωσής του: την ωμή βία.
Αλλά αυτήν τη βία που επιχειρούν να κρύψουν πίσω από το «κοινωνικό πρόσωπο» της οργάνωσης και τις γραβάτες των ηγετών τους, αποκάλυψε το βιβλίο «OltreNero». Οι φωτογραφίες του Αλεσάντρο Κοσμέλι και η έρευνα του Μάρκο Μάθιου αποτυπώνουν την καρδιά του κινήματος: παραστρατιωτικά τάγματα «συναγωνιστών» έτοιμα να επιτεθούν στον «άλλο», λεγεωνάριοι με μαύρα σακάκια παραταγμένοι με στρατιωτική πειθαρχία, παιδιά που απλώνουν το χέρι σε ρωμαϊκό χαιρετισμό και τραγουδούν με πατριωτική έξαρση σε διαδηλώσεις κατά των μεταναστών. Ολα θυμίζουν εικόνες από τα κινηματογραφικά επίκαιρα της δεκαετίας του '30. Αλλά είναι 2009, και η βία τους υπάρχει παντού - στις χειρονομίες, στην εκπαίδευση, στις συναυλίες των συγκροτημάτων τους, όπου το κοινό επιδίδεται σε συμπλοκές λες και βρίσκεται σε ομαδικό fight club. Ολα είναι φασισμός και ο Μουσολίνι ιερή αναφορά. Κι αν το ρετσινόλαδο θεωρείται παρωχημένο, τα «μανγκανέλο», τα φασιστικά ρόπαλα, κάθε άλλο: απλώς αντικαταστάθηκαν από σιδερένιους λοστούς. Και απέδειξαν την παντοδυναμία τους στο αιματοκύλισμα της Πιάτσα Ναβόνα πέρυσι τον Οκτώβριο, όταν συνεπλάκησαν με αριστερές οργανώσεις στις κινητοποιήσεις κατά της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
Γι' αυτούς τα επεισόδια στην Πιάτσα Ναβόνα είναι το σημείο καμπής: «Δείξαμε τη δύναμή μας, ήταν η στιγμή της εξέγερσης: φωνάζουμε, υπάρχουμε, είμαστε εδώ». Ετσι καυχώνται στο βιβλίο αυτά τα βλοσυρά πρόσωπα, που εκπαιδεύονται για να «πολεμήσουν για τις ιδέες τους», καταλαμβάνοντας με δράσεις κοινωνικούς χώρους που εγκαταλείφθηκαν από την αποδυναμωμένη Αριστερά: περιφέρειες, άστεγους, νεόπτωχους, ηλικιωμένους...
Η Κάζα Πάουντ είναι ίσως η πιο ορατή, όχι όμως η μοναδική φασιστική ομάδα που δρα ανενόχλητη στη χώρα. Την άνοιξη ήρθαν στο φως στοιχεία που αποκαλύπτουν την ύπαρξη κάπου 65 ομάδων νεοφασιστών και νεοναζί, με περισσότερα από 55.000 μέλη, που πιστεύουν ότι ζουν σε μια κατάσταση μόνιμου πολέμου και είναι έτοιμα να «δράσουν». Το Facebook βρίθει ομάδων που κηρύσσουν το εθνικό μίσος και την απέχθεια προς τους μετανάστες. «Εξω ή θάνατος», «Να επιστρέψουν οι φασίστες να σκοτώσουν τα σκουπίδια», «Ρίξε ένα σωσίβιο από μπαρούτι σ' ένα πλοίο με λαθρομετανάστες» - είναι ενδεικτικά συνθήματα που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο ρατσιστικές ομάδες, οι οποίες, σύμφωνα με τον Φραντσέσκο Πομπέο, πρόεδρο του Παρατηρητηρίου Ρατσισμού της Ρώμης, συγκεντρώνουν έως και 20.000 χρήστες.
Οι επιθέσεις κατά ξένων, μεταναστών, ομοφυλοφίλων, Τσιγγάνων, αντιφασιστών έχουν πολλαπλασιαστεί, και εκατοντάδες είναι οι βανδαλισμοί σε κτήρια πολιτικών κομμάτων και μνημείων της Αριστεράς. Τα γήπεδα έχουν μεταμορφωθεί σε σφηκοφωλιές ακροδεξιών χουλιγκάνων. Το μένος τους είναι ξεχωριστό όταν πρόκειται για τους Τσιγγάνους και τους Ρουμάνους και οι συστηματικές επιθέσεις εναντίον τους κατάφεραν επιτέλους το στόχο να τους εκδιώξουν από τη χώρα: μέσα σ' έναν χρόνο, από τους 165.000 που ζούσαν στην Ιταλία έμειναν μόλις 35.000. Και ήδη υπάρχουν οι πρώτοι νεκροί από τις επιθέσεις τους, όπως ο 29χρονος γραφίστας Νικόλα Τομασόλι, που σκοτώθηκε πέρυσι στη Βερόνα επειδή αρνήθηκε να δώσει ένα τσιγάρο σε μέλη του Μετώπου Σκίνχεντς, μιας από τις πολλές ομάδες των νοσταλγών του ναζισμού.
Η άνθηση του νεοφασισμού στην Ιταλία δεν θα ήταν δυνατή αν οι ακραίες πεποιθήσεις των οπαδών του δεν έβρισκαν απήχηση στην ιταλική κυβέρνηση, αν εκπρόσωποι και ομοϊδεάτες τους δεν βρίσκονταν σε θέσεις εξουσίας. Ο Μπερλουσκόνι τούς «υιοθέτησε» για να διασφαλίσει την παραμονή του στην εξουσία. Το «μεγάλο φλερτ» -όπως αποκαλύπτει το ντοκιμαντέρ «Nazirock» του Κλάουντιο Λάτσαρο- επισημοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2006, όταν, σε διαδήλωση κατά της κυβέρνησης Πρόντι (και με τον όχλο να παραληρεί φωνάζοντας «Ιλ Ντούτσε!»), ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ανέβηκε στο βήμα, δίπλα στους νέους του συμμάχους: τον ηγέτη τής διαδόχου τού φασιστικού κόμματος Εθνικής Συμμαχίας, Τζιανφράνκο Φίνι, τον Ρομπέρτο Φιόρι της ακροδεξιάς Φόρτσα Νόβα, που έχει καταδικαστεί για συμμετοχή σε ένοπλη συμμορία, την Αλεσάντρα Μουσολίνι, εγγονή του Ντούτσε και ηγέτιδα της Κοινωνικής Δράσης, τον Λούκα Ρομανιόλι της νεοφασιστικής Τρίχρωμης Φλόγας, τον Αντριάνο Τίλγκερ του Εθνικού Κοινωνικού Μετώπου, που καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλακής για απόπειρα ανασύστασης του φασιστικού κόμματος...
Ο Μπερλουσκόνι, που λίγους μήνες νωρίτερα είχε χάσει τις εκλογές με μόλις 25.000 ψήφους, χρειαζόταν τη στήριξή τους για να εξασφαλίσει την επιστροφή του στην εξουσία. Το πέτυχε το 2008, όταν επανήλθε στην κυβέρνηση μαζί με τη ρατσιστική Λίγκα του Βορρά και την Εθνική Συμμαχία. Είναι αυτοί που υπαγορεύουν ατζέντα. Η Λίγκα του Βορρά, με τον Ρομπέρτο Μαρόνι ως υπουργό Εσωτερικών, επιβάλλει την ποινικοποίηση της μετανάστευσης και τις περιπολίες πολιτών, τις οποίες είχε ήδη θεσπίσει στις πόλεις που έλεγχε με τις ομάδες περιφρούρησης των «πρασινοχιτώνων». Ο Γκαετάνο Σάγια, ηγέτης του φασιστικού Νέου Κοινωνικού Κινήματος, που το 2004 καταδικάστηκε γιατί προπαγάνδιζε τη φυλετική ανωτερότητα και το 2005 συνελήφθη γιατί ίδρυσε μια «παράλληλη αντιτρομοκρατική αστυνομία», χαιρετίζει το μέτρο ιδρύοντας ομάδα εθελοντών, την Ιταλική Εθνοφρουρά, για να αναλάβει «να καθαρίσει τους δρόμους από τα μιάσματα». Ο υπουργός Αμυνας δηλώνει ότι οι φασίστες στρατιωτικοί της ψευδοδημοκρατίας του Σαλό, που πολέμησαν κατά των συμμάχων, «πολέμησαν για να υπερασπιστούν την πατρίδα». Η υπουργός Τουρισμού υψώνει το χέρι σε φασιστικό χαιρετισμό σε εκδήλωση των καραμπινιέρων. Κι όταν ο Τζιάνι Αλεμάνο της Εθνικής Συμμαχίας (καταδικασμένος σε έναν χρόνο φυλάκιση, γιατί στο πανεπιστήμιο ήταν αρχηγός φασιστικής συμμορίας που εκδίωκε κομμουνιστές) εξελέγη δήμαρχος Ρώμης, ο Μπερλουσκόνι δήλωνε ενθουσιασμένος: «Είμαστε η Νέα Φάλαγγα».
Ο Μπερλουσκόνι και η αντικομμουνιστική του εκστρατεία υπήρξαν το καζάνι όπου ψήθηκε αυτό το μάγμα των νέων μελανοχιτώνων, που υψώνουν ξανά τη φωνή τους και στρέφουν τις γροθιές και τα μαχαίρια τους κατά των φαντασιακών εχθρών τους, ενώ εκείνος στήνει το προσωπικό του πορνείο στο Παλάτσιο, εξαπολύοντας μύδρους κατά δικαστών, πολιτικών, ιερέων, δημοσιογράφων. Στα 15 χρόνια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, ο «καβαλιέρε» μέσω της TV και της δημαγωγίας μετέτρεψε το λαό σε κοινό, γράφει ο καθηγητής Λουτσιάνο Κανφόρα στο βιβλίο του «La natura del potere». «Οσο θα κυριαρχεί το κοινό και όχι ο λαός, ο Μπερλουσκόνι θα συνεχίσει να κυβερνά. Με τα αστεία του, τις χειρονομίες του, τις γελοιότητές του, τα συνθήματα, τις διαψεύσεις, τα ποδοσφαιρικά του σχόλια έχει εξασφαλισμένο το κοινό του και, μέσα από το μεροληπτικό μονοπώλιο των μίντια που διαθέτει, μπορεί να του καλλιεργεί τα πιο ποταπά ένστικτα. Ο Μπερλουσκόνι, βασιλιάς της publitica (σύντμηση της διαφήμισης που γίνεται πολιτική), εισήγαγε έναν τρόπο να κάνει πολιτική που δεν είχε προηγούμενο στην Ιταλία από το τέλος του φασισμού, στηριγμένο απόλυτα στον αντιδραστικό λαϊκισμό». Αλωσε τους δημοκρατικούς θεσμούς, κυβερνά με διατάγματα, αλλάζει τους νόμους κατά βούληση και κατά τα προσωπικά του συμφέροντα, κλείνει το μάτι στη μαφία όταν δεν συναλλάσσεται μαζί της, απαξιώνει το κοινοβούλιο ως «άχρηστο και αντιπαραγωγικό», επιτίθεται στον πρόεδρο και στο δικαστικό σώμα και, όπως προειδοποιεί ο Σαμίρ Νάιν, με το συνονθύλευμα των νεοφασιστικών κομμάτων-συμμάχων του έχει τη στήριξη των τμημάτων εκείνων της κοινωνίας που κατά παράδοση στηρίζουν τα αυταρχικά καθεστώτα: τις μεσαίες τάξεις του εμπορίου, τη χρηματιστηριακή αριστοκρατία, το χαμηλό προλεταριάτο, τους μισθωτούς που εγκαταλείφθηκαν από την Αριστερά.
«Μεγαλομανής, χυδαίος, άτεγκτος με τους αντιπάλους του, υποκριτής με τους συμμάχους του, χειραγωγός, αήθης, ο Μπερλουσκόνι όλο και περισσότερο θυμίζει τον Μουσολίνι» γράφει ο Αντόνιο Ελόρτζα του Πανεπιστημίου του Τορίνο. «Επαίρεται για την εξαιρετική του προσωπικότητα ("Ζήτω η Ιταλία, Ζήτω ο Μπερλουσκόνι"). Κραυγάζει ότι δεν έχει κόμμα, αλλά "λαό". Η Αριστερά δεν είναι αντίπαλός του, αλλά "εχθρός του έθνους που πρέπει να συντριβεί". Οποιος στρέφεται εναντίον του, "πληγώνει την Ιταλία". Και όπως και ο Μπενίτο, επιδεικνύει την αρρενωπότητά του και αρέσκεται να τον αποκαλούν Lui (Αυτός). Επιστρέφουμε στη ρητορική και στις πρακτικές της δεκαετίας του 1920».
Η σημερινή Ιταλία φέρνει στο νου τη ρήση του Φόκνερ, «το παρελθόν ποτέ δεν πεθαίνει, δεν είναι καν παρελθόν». Αυτό που βιώνει, λέει ο νομπελίστας Ζοζέ Σαραμάγκου, είναι «ένας νέος φασισμός με γραβάτα Αρμάνι».
Το καθεστώς που επέβαλε από το 1922 στην Ιταλία ο Μπενίτο Μουσολίνι έμεινε στην Ιστορία ως φασισμός. Ο όρος, εξηγεί ο Γ. Μπαμπινιώτης στο λεξικό του, προέρχεται από την ιταλική λέξη fascia (δέσμη, δεμάτι, ταινία), που με τη σειρά της έλκει την καταγωγή της από το λατινικό fascis-fasces. Πρόκειται για το αρχαίο ρωμαϊκό έμβλημα, τις δέσμες από ράβδους με πέλεκυ στη μέση, που συμβόλιζαν την εξουσία και τη δύναμη, τις οποίες έφεραν οι ραβδούχοι που προπορεύονταν των αρχόντων. Αυτό το έμβλημα υιοθέτησε ο Μουσολίνι το 1919 ως σύμβολο του κινήματός του.
Η Ευρωπαϊκή Μαύρη Διεθνής καλά κρατεί, με τις νεοφασιστικές και νεοναζιστικές οργανώσεις να συντονίζουν τη δράση τους κυρίως μέσω του Ευρωπαϊκού Εθνικού Μετώπου - της «μόνης πανευρωπαϊκής οργάνωσης με ρόλο συντονισμού των πατριωτικών δυνάμεων», κατά τους ιδρυτές της. Μέλη του είναι το γερμανικό NPD (Εθνικό Κόμμα), η ρουμανική Noua Dreapta (Νέα Δεξιά), η ισπανική La Falange (Η Φάλαγγα), η ιταλική Forza Nuova (Νέα Δύναμη), η Renouveau Francais (Γαλλική Ανανέωση) και η Χρυσή Αυγή. Η τελευταία, μάλιστα, είχε την «τιμή» να φιλοξενήσει την 9η Διεθνή Συνάντηση της ENF στην Αθήνα, τον Φεβρουάριο του 2008, όταν και οι μετέχοντες διαμαρτυρήθηκαν, γιατί «δυστυχώς, η παραδοσιακή πορεία των Ιμίων δέχθηκε επίθεση από συμμορίες αναρχικών, που επίσης συνεπλάκησαν με την αστυνομία». Ιδιαίτερες, ωστόσο, φαίνεται πως είναι οι σχέσεις που διατηρούν οι νέοι μελανοχίτωνες της Ιταλίας με τις ελληνικές ακροδεξιές και νεοφασιστικές οργανώσεις.
Η Χρυσή Αυγή δεν χάνει ευκαιρία να «εξαίρει» τη δράση της Κάζα Πάουντ, προτιμώντας -αντί για φασίστες, όπως οι ίδιοι ανενδοίαστα αυτοαποκαλούνται- να μιλά για «εθνικιστές» νεολαίους που συγκρούονται με την «αξιοθρήνητη και πεθαμένη μάζα των αριστερών». Συχνά συνεργάζονται και σε δράσεις - όπως τον περασμένο Απρίλιο, όταν το παράρτημα Θράκης της Χρυσής Αυγής κάλεσε «τα μέλη και τους φίλους της» να συλλέξουν ρουχισμό τον οποίο θα διένεμε η Κάζα Πάουντ στους σεισμοπαθείς τού Αμπρούτσο. Αλλωστε, οι δύο οργανώσεις δεν φείδονται ανταλλαγών επισκέψεων - όπως έγινε πέρυσι στις Θερμοπύλες, όταν εκπρόσωπός τους απηύθυνε χαιρετισμό σε εκδήλωση της Χρυσής Αυγής στον συγκεκριμένο χώρο, «ενώ εκατοντάδες συναγωνιστές κατέφθαναν, για να ενωθούν στη νέα Φάλαγγα των Εθνικιστών». Δεν είναι οι μόνοι που θαυμάζουν τους ιταλούς νεοφασίστες. Οι Skinhouse Hellas αναρτούν στον ιστότοπό τους κάθε αφίσα και εκδήλωση της Κάζα Πάουντ - διαφημίζοντας, μάλιστα, υπερηφάνως τη συμμετοχή αντιπροσωπίας τους στις εκδηλώσεις για τα 4 χρόνια αυτού του νεοφασιστικού κινήματος, η οποία «έτυχε ιδιαίτερα θερμής υποδοχής και φιλοξενίας από τους συναγωνιστές της εθνικιστικής καταλήψεως CASA POUND».